Εγώ ο Μπέρτολτ Μπρεχτ, κατάγομαι από το μέλανα δρυμό. Η μητέρα μου μ’ έφερε καθώς με την κοιλιά της είχα ακόμα στις πόλεις μέσα. Και το ρίγος απ’ τα μαύρα δάση ακόμη θα μείνει μέσα μου ως την ημέρα που θα πεθάνω
ΜΠΡΕΧΤ
Σ’ όλη του τη ζωή , ο Μπρεχτ εμφανιζόταν σαν αντιπρόσωπος του τυραννισμένου ανθρώπου του 20ου αιώνα , ένα παιδί της φύσης που το πέταξαν εξόριστο στην άγονη άσφαλτο και στις απάνθρωπες πολιτείες της βιομηχανικής εποχής. Κι ωστόσο ο τόπος που γεννήθηκε και μεγάλωσε δεν ήταν έτσι . Γεννήθηκε στην πολιτεία Αουγκσμουργκ στις 10 Φλεβάρη 1898, μία επαρχιακή βαυαρική ήρεμη πόλη. Παρότι προερχόμενος από εύπορη αστική οικογένεια, δεν έπαψε να επιδεικνύεται σαν επαναστάτης και σαν προδότης του αστικού του υπόβαθρου.
Οι γονιοί μου με βάλανε κολλάρο στο λαιμό και με μάθαιναν την τέχνη να με περιμένουν και την τέχνη να δίνω διαταγές. Μα σαν μεγαλώσα κι ολόγυρα μου κοίταξα, σιχαθηκα τους ανθρώπους της τάξης μου. Κι άφησα την τάξη όπου ανήκα κι ανακατεύω με τους ανθρώπους του λαού….(Μπ.Μπρεχτ)
Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, και ενώ φοιτά στην Ιατρική Σχολή του Μονάχου, επιστρατεύεται για λίγο ως νοσοκόμο. Συγκλονισμένος από τον πόλεμο, το 1920, εγκαταλείπει τις σπουδές του και επιδιώκει μια θεατρική καριέρα. Εργάστηκε ως κριτικός θεάτρου με ιδιαίτερα αιχμηρό και επιθετικό λόγο και γράφει τα πρώτα έργα του Βάαλ και Τύμπανα με τη Νύχτα επηρεασμένα, εν μέρει από τον εξπρεσιονισμό και χαρακτηρίζονται από μια πολεμική των αξιών της αστικής τάξης ενώ μαρτυρούν μια βαθιά απογοήτευση για τον δυτικό του. του οποίου η «κατάρρευση» είχε στον Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το 1924 μεταβαίνει στο Βερολίνο, όπου κερδίζει τη θέση του dramaturg στο Ντόϋτσες Τεάτερ ενώ έρχεται σε επαφή με τις μεγάλες μορφές που δέσποζαν τότε στο βερολινέζικο θέατρο, Μαξ Ράϊνχαρτ και Έρβιν Πισκάτορ. Σ’αυτή την περίοδο περιλαμβάνονται τα έργα του στη Ζούγκλα των Πόλεων» (1923), «Ο Άνδρας είναι Άνδρας» (1926) και η διασκευή του «Εδουάρδου Β’», το οποίο αποτέλεσε την πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα όπου κάνουν την εμφάνιση. τους για πρώτη φορά οι ιδέες του για το επικό θέατρο και την ‘αποστασιοποίηση’. Το 1926 εκδίδονται τα πρώτα του ποιήματα σε μία περιορισμένη έκδοση 25 αντιτύπων με τον τίτλο ‘σύνοψη τσέπης.
Μελετώντας το κεφάλαιο του Μαρξ, επηρεάζεται βαθύτατα και θωρακίζεται με μία ιδεολογική συνέπεια, πιστά στις ιδέες του μαρξισμού, έως το τέλος της ζωής του, παρόλο που σε όλη του την πορεία βρισκόταν σε μία συνεχή και έντονη αντίθεση με το κόμμα. Εκείνη την εποχή ξεκίνησε και η συνεργασία του με τη συνθέτη Κουρτ Βάιλ , με τον οποίο συνέθεσε τα έργα Άνοδος και Πτώση της Πόλης Μαχαγκόννυ» , «Happy End» , «Τα Επτά Θανάσιμα Αμαρτήματα» (1933) και τη μνημειώδη ‘Οπερα της πεντάρας’
Στις αρχές της δεκαετίας του 30 γράφει μία σειρά από σύντομα διδακτικά έργα που προορίζονται για συλλόγους και σχολεία και είχαν ως στόχο να εκπαιδεύσουν τον ηθοποιό στην αποστασιοποιημένη ερμηνεία και να καλλιεργήσουν στους θεατές τα ενδιαφέροντα για τα κοινωνικοπολιτικά τεκταινόμενα. Αυτή την περίοδο γράφεται και το σπουδαίο έργο του Ή αγία Ιωάννα των σφαγείων’, εμπνεόμενο από το Κραχ του 29.
Το 1933 με την άνοδο του Χίτλερ στη Γερμανία, ο Μπρεχτ αυτοεξορίζεται, στην Ελβετία, τη Δανία, τη Φιλανδία και με την επέλαση του ναζισμού στην Ευρώπη μεταναστεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες έως το 1947 όταν και αναγκάζεται να φύγει από τις απειλές της Επιτροπής Αντιαμερικανικών Ενεργειών. Κατά τη διαμονή του στην Αμερική, παρότι αντιμετώπισε οικονομικές δυσκολίες, συναισθηματική απομόνωση και μεγάλη αμφισβήτηση έγραψε μερικά από τα σπουδαιότερα θεατρικά του αριστουργήματα: ‘Η μάνα κουράγιο και τα παιδιά της’, ‘Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν’, ‘ Ο καυκασιανός κύκλος με την κιμωλία’.
Το 1949 επιστρέφει στην Ανατολική Γερμανία και μαζί με τη δεύτερη σύζυγο του Χ. Βάιγκελ ιδρύουν το θίασο Berliner Ensemble. Πρόκειται για θίασο που παρουσίασε τις καινοτόμες πειραματικές προτάσεις του στη Γερμανία και το εξωτερικό και μέχρι σήμερα προστατεύει την κληρονομιά του Μ. Μπρεχτ. Ο μεγάλος γερμανός συγγραφέας έφυγε από τη ζωή στις 14 Αυγούστου του 1956.
Πηγή : Μάρτιν Έσλιν ‘Ο άνθρωπος και το έργο του’